Γράφει ο Διονύσης Παντής, Δικηγόρος στον Άρειο Πάγο

Ο τουρκικός αναθεωρητισμός σε Αιγαίο, Κύπρο και Ανατολική Μεσόγειο έχει μακρά ιστορία. Σε αυτή τη συγκυρία παρουσιάζεται σε μια από τις ποιο επιθετικές του στιγμές, με διευρυμένες απαιτήσεις – «διεκδικήσεις» σε όλο σχεδόν το φάσμα των ζωτικών Ελληνικών Εθνικών συμφερόντων και εθνικής κυριαρχίας, καθιστώντας την Τουρκία επικίνδυνο αναθεωρητικό κράτος (revisionist state) για την ελληνική εθνική ασφάλεια αλλά και την παγκόσμια τάξη (καθώς έχει παγκόσμιας εμβέλειας αναθεωρητικές φιλοδοξίες).

Σε προγενέστερη αρθρογραφία  έχουμε προσπαθήσει να εξηγήσει τον σύγχρονο τουρκικό αναθεωρητισμό στα πλαίσια της τουρκοϊσλαμικής ιδεολογίας (μετακεμαλική – μετακοσμική Τουρκία).

Αιχμή του τουρκικού δόρατος το θεώρημα της Γαλάζιας Πατρίδας (MAVI VATAN) που περιλαμβάνει όλες τις θαλάσσιες διεκδικήσεις της ισλαμικής νέο-οθωμανικής Τουρκίας, νοσταλγού του Ισλαμικού Χαλιφάτου, σε Αιγαίο και Μεσόγειο.

Ακραία επιχειρούμενη πρακτικά πλέον εφαρμογή του θεωρήματος ΑΚΑΡ η συνομολόγηση του Τουρκολιβυκού Μνημονίου.

Η πειρατική ψευτοοριοθέτηση δεν είναι αντίθετη μόνον στις ρυθμίσεις του δικαίου της θάλασσας (γραπτό – εθιμικό δίκαιο και νομολογία διεθνών δικαστηρίων) αλλά και σε αντικειμενικούς γεωγραφικούς περιορισμούς (αρκεί οποιοσδήποτε ειδήμονας ή όχι να δει τον χάρτη).

Όμως η «παράλογη» αυτή «διμερής» διεθνή σύμβαση, ανεξάρτητα της τυπικής και ουσιαστικής νομιμότητας που έχει ή στερείται, αποτελεί για την Ελλάδα στρατηγική αμφισβήτηση των δικαιωμάτων της διότι, μεταξύ άλλων:

  • Αποτελεί έκφραση υφιστάμενου πραγματικού σχεδιασμού κρατικής πολιτικής του νέου τουρκοϊσλαμικού καθεστώτος να αναθεωρήσει καταργώντας (τετελεσμένα σε δήθεν «γκρίζες ζώνες), περιορίζοντας  ή/και καταστόντας άνευ αντικειμένου τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας σε ξηρά – αέρα – θάλασσα (στρατηγικός αντικειμενικός στόχος σήμερα η φιλανδοποίηση της χώρας, αμφισβήτηση της κυριαρχίας της και η αποτροπή από την εφαρμογή των δικαιωμάτων  της Ελληνικής Πολιτείας).
  • Υποστηρίζεται στο «πεδίο» (εκτός από το «τραπέζι») από την ωμή στρατιωτική ισχύ και τις μεθοδικά σωρευμένες αυτόνομες δυνατότητες της επιστημονικής έρευνας υφαλοκρηπίδας και γεωτρήσεων με αποκλειστικά ίδια μέσα (σήμερα).
  • Ενισχύεται από την ευρύτερη τάση περιφερειακού και παγκόσμιου αναθεωρητισμού από τις γνωστές αναθεωρητικές δυνάμεις, αλλά και κατά τρόπο παράδοξο και από ισχυρούς συμμαχικούς παράγοντες του διεθνούς συστήματος που προωθούν από την δεκαετία του 70 μία συνολική δυσμενή για την Ελλάδα Ελληνοτουρκική διευθέτηση.
  • Εκμεταλλεύεται την διαχρονική ανιστόρητη φοβικότητα μεγάλου μέρους της Ελληνικής πολιτικής ελίτ και την έλλειψη αξιόπιστης κρατικής διακομματικής συναίνεσης εθνικής στρατηγικής.

Το τουρκολιβυκό μνημόνιο αποτελεί εχθρική ενέργεια και κατά το ότι στοχεύει να ματαιώσει την Ελληνική Πολιτική στην Αν. Μεσόγειο, όπως αυτή είχε εξελιχθεί κατά το πρόσφατο παρελθόν. Η πολιτική αυτή ταυτόχρονα 1. Προστάτευε και ενίσχυε τις προσπάθειες της Κυπριακής Δημοκρατίας η οποία αφού οριοθέτησε τις θαλάσσιες αποκλειστικές οικονομικές ζώνες της επιχειρεί να τις αξιοποιήσει και εμπορικά, παρέχοντας άδειες έρευνας και εκμετάλλευσης σε διεθνείς εταιρίες διαμερισματοποιημένων θαλασσίων τεμαχίων της ΑΟΖ της, 2. Δημιουργούσε βήμα – βήμα τις απαραίτητες συμμαχίες με κλειδιά την στρατηγική σχέση με τις ΗΠΑ και τις τριμερείς συνεννοήσεις με περιφερειακές δυνάμεις (ιδίως Ισραήλ και Αίγυπτο) στα πλαίσια και του σχεδιασμού του EASTMED, τις συνεργασίες με ΗΠΑ, Γαλλία, Ισραήλ και Αίγυπτο για την δημιουργία πολυμερούς πλαισίου ασφαλείας και συνεργασίας εκμετάλλευσης των πόρων της Ανατολικής Μεσογείου (με δυνατότητες συμμετοχής και της Τουρκίας υπό τον αυτονόητο όρο του σεβασμού των νομίμων δικαιωμάτων των υπόλοιπων περιφερειακών κρατών με δικαιώματα ΑΟΖ στην Ανατολική Μεσόγειο επ ωφελείας των λαών των δικαιούχων χωρών και της ασφάλειας στην περιοχή).

Το τουρκολιβυκό λοιπόν μνημόνιο αποτελεί μια εν τοις πράγμασι «σφήνα» σε αυτή την πολιτική. Δίνει  το τουρκικό μήνυμα ότι αποτελεί την ηγεμονική δύναμη που πρέπει να έχει πρωτεύοντα ρόλο στην επιχειρούμενη αξιοποίηση των πόρων της Ανατολικής Μεσογείου στηριζόμενη στην πολιτική της δύναμης της ισχύος, του κενού ισχύος που παρατηρείται στην συγκυρία και δίνει την δυνατότητα να «καλύψει» και την μείωση της δυτικής επιρροής, παρέχει την «νομιμοποιητική» βάση στις αρπακτικές (  predator) διεκδικήσεις της, καθώς πιστεύει ότι είναι ικανή να τις επιβάλλει. Δημιουργεί δηλαδή την επίφαση της νομιμότητας για την προβολή των απαιτήσεων της που στηρίζονται στην (φαινόμενη ή φανταστική ή πραγματική) ισχύ της.

Η Ελληνική κυβέρνηση υποτίμησε την πασίδηλη σημασία του Τουρκολιβυκού μνημονίου.

Είχε δε ήδη δείξει πρωτοφανή αφέλεια στον προληπτικό χειρισμό της εύκολα διαγνώσιμης τουρκικής στρατηγικής.

Ο Έλληνας ΥΠΕΞ είχε ζητήσει και είχε λάβει, όπως είπε, προφορικές διαβεβαιώσεις από την Λιβυκή πλευρά, διαβεβαιώσεις που δεν «τήρησαν», ότι δεν θα προέβαιναν στην συνομολόγηση μιας τέτοιας συμφωνίας (sic). Πείσθηκε ότι αυτό ήταν. Κατόπιν παρουσιάσθηκε ως εξαπατημένος και αιφνιδιαζόμενος, ως μη όφειλε, από την εύκολα προβλέψιμη ενέργεια. Τα ταξίδια Σαράτζ στην Τουρκία και τανάπαλιν, οι υπαρξιακού χαρακτήρα ανάγκες στήριξης της ομάδας Σαράτζ – GNA από οποιονδήποτε πρόθυμο, η Τουρκική καταγωγή Σαράτζ, οι δηλωτικές παράνομες στρατιωτικές ενισχύσεις και η συνακόλουθη αύξηση της πολιτικής επιρροής της Τουρκίας στην Λιβύη, υποτιμήθηκαν θανάσιμα.

Αλλά και μετά την συνομολόγηση, δεν ανεγνώσθηκε ορθά η στρατηγικού χαρακτήρα πρόκληση. Θεωρήθηκε φαιδρή και αντιμετωπίσθηκε με γέλωτες οι οποίοι κόπηκαν όταν καθυστερημένα άρχισαν να καταλαβαίνουν οι «άριστοι» «επαΐοντες» τι είχε συμβεί. 

Υποτιμήθηκε  αυτάρεσκα ως απέλπιδα προσπάθεια της Τουρκίας να επωφεληθεί από ένα αδύναμο καθεστώς που παρέπαιε όπως «διέγνωσκαν» οι σύμβουλοι εθνικής ασφαλείας του Έλληνα  Πρωθυπουργού. Δεν μελετήθηκε και αναλύθηκε σωστά το παράδειγμα της Συρίας. Υποτιμήθηκαν οι Τουρκικές δυνατότητες να υποστηρίξει αποτελεσματικά τον προστατευόμενο της. Γιαυτό η Ελλάδα αντέδρασε σπασμωδικά, αδόκιμα και όχι αποτελεσματικά.

Έτσι δεν πέρασε το μήνυμα ότι είναι αποφασισμένη να αποτρέψει τους τουρκικούς σχεδιασμούς, «έπαιξε» στο επίπεδο της επικοινωνίας με τον Χαφτάρ, απέλασε τον Λίβυο  πρέσβη που επρόσκειτο στον GNA, δηλαδή της αδύναμης πλευράς του «διμερούς» μνημονίου, ενισχύοντας διεθνώς την επιβλαβή εικόνα της φοβικής αντιμετώπισης της Τουρκίας.

Όμως όλοι γνώριζαν ότι η Τουρκία βέβαια ήταν η πραγματική απειλή … Η Ελληνική κυβέρνηση φάνηκε στην κρίσιμη αυτή φάση της τουρκικής κλιμάκωσης απροετοίμαστη και απρόθυμη να ανασχέσει την στρατηγικού χαρακτήρα πρόκληση της Τουρκίας: φοβήθηκε τις Γερμανικές και Ιταλικές αντιδράσεις και δεν επιχείρησε το πάγωμα των οικονομικών ενισχύσεων της ΕΕ προς την Λιβύη, δεν αντέδρασε στον προκλητικό αποκλεισμό της χώρας από την διάσκεψη του Βερολίνου όπου ο Ερντογάν παρουσιάσθηκε ως ο καθοριστικός παράγοντας, δίδοντας του το χρόνο μεθοδικά να ενισχύσει τον GNA, αλλάζοντας καθοριστικά τους συσχετισμούς στο έδαφος υπέρ του και εδραιώνοντας την τουρκική επιρροή στην Λιβύη. Δεν έλαβε έγκαιρες πρωτοβουλίες να ενεργοποιήσει τα συγκλίνοντα συμφέροντα Αιγύπτου και Γαλλίας σε μια αξιόπιστη στρατηγική ανάσχεσης της Τουρκίας στην Λιβύη, περιμένοντας εσφαλμένα να λειτουργήσουν από μόνα τους τα πράγματα υπέρ της Ελλάδας …

Η Ελλάδα παρατηρούσε τους Τούρκους στην Λιβύη, την μεταφορά πολλών χιλιάδων εμπειροπόλεμων εγκληματικών ισλαμιστικών στοιχείων από την Συρία, το στρατιωτικό υλικό και προσωπικό που μεταφέρονταν με όλους τους τρόπους.

Η Τουρκία σταθεροποιούσε το καθεστώς και ταυτόχρονα σταθεροποιούσε την δυνατότητα της να διεκδικεί ΑΟΖ έξι μίλια από την Κρήτη. Προσπαθεί περαιτέρω να παρουιαστεί ως  παράγοντας «προστασίας» Αμερικανικών, Γερμανικών, Ιταλικών και Ισπανικών γεωπολιτικών και εμπορικών συμφερόντων στην Λιβύη αλλάζοντας την ποιότητα των σχέσεων με τις χώρες αυτές.

Η Τουρκία έκπληκτη όχι μόνον από την έλλειψη αντίδρασης της Ελλάδας προωθούσε την ρηξικέλευθη  και ριψοκίνδυνη επιχείρηση της.

Η ελληνική πολιτική ηγεσία (στην στενή και ευρύτερη έννοια) κοιμόνταν τον ύπνο του δικαίου μεν, ενόσω δε πλήττονταν τα ζωτικά δικαιώματα και συμφέροντα της χώρας δε.

Όποιος, κατά απόλυτη εξαίρεση κόντρα στο ρεύμα της κυκλοτερούς κατωφερούς σπείρας, μιλούσε, αντιμετώπιζε μακιαβελικούς μηχανισμούς προπαγάνδας και συσκότισης της ενημέρωσης των Ελλήνων πολιτών και τα βασιβουζούκικα (χαλασμένα κεφάλια) ανώνυμων τρόλ, με τακτική την απομόνωση και απαξίωση των προειδοποιητικών φωνών.

Όμως ο εχθρός δεν ήταν όσοι προσπαθούσαν και τολμούσαν στο άθλιο και ιδιοτελώς καλλιεργούμενο αυτό κλίμα, με τον εχθρό προ των πυλών, να προειδοποιήσουν  και να αναδείξουν τις πραγματικές επιπτώσεις των τουρκικών ενεργειών στα ζωτικά εθνικά συμφέροντα και τη διεθνή θέση της χώρας.

Αντίθετα ο κομματισμός και η ιδιοτελής και καταστροφική παραγνώριση της αυτονόητης βασικής αρχής για κάθε κράτος που θέλει να επιβιώσει, αυτή της συνέχειας του κράτους και των πολιτικών του απεμπολίστηκαν στα πλαίσια της αισχρής θεωρίας του εσωτερικού εχθρού.

Κατόπιν η αδήριτη πραγματικότητα έκανε τρομακτική την εμφάνιση της :  η αποδόμηση των ζωτικών δικαιωμάτων και συμφερόντων της χώρας, η αμφισβήτηση της κυριαρχίας της  ως της μόνης χώρας στην περιφέρεια της Ανατολικής Μεσογείου που δεν είχε, εν τοις πράγμασι, δικαιώματα σε θαλάσσιες ζώνες .

Το τίμημα είναι βαρύ:

  • Βεβιασμένες εντός δύο μηνών και υπό το κράτος πανικού της πλήρους αμφισβήτησης των θαλασσίων ζωνών και κυριαρχίας της χώρας, συμφωνίες τμηματικών οριοθετήσεων ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας και Αιγύπτου και με τις πληγές που αφήνουν στην πάγια Ελληνική θέση της πλήρους επήρειας των Ελληνικών νησιών ακόμη και της Κρήτης.
  • Πλήρη αποθράσυνση της Τουρκίας να επιχειρεί στο «πεδίο», απειλώντας την Ελλάδα με πόλεμο και σύροντας την  στο τραπέζι «διαπραγματεύσεων» εφ όλης της ύλης των τουρκικών διεκδικήσεων για να επιβάλλει τις πειρατικές απαιτήσεις της

Η περαιτέρω ενίσχυση τριμερών συνεννοήσεων και στρατηγικών σχέσεων με τους πραγματικούς δρώντες στην περιοχή (οι οποίοι καλούνται να κατανοήσουν το βάθος του αναθεωρητισμού της Τουρκία και τον αντιμετωπίσουν «κατάλληλα»), πρωτοβουλιών που αποκαλύπτουν τον ακραίο αναθεωρητισμό της Τουρκίας στην διεθνή κοινότητα, άμεση ενίσχυση της αποτρεπτικής δύναμης της χώρας, επαναφορά και ανάπτυξη πρωτοβουλιών που αυξάνουν την «χωρητικότητα» της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, συμάζεμα των βασιβουζούκικων προδιαγραφών τρόλ, των άθλιων προπαγανδιστών, αξιοποίηση ΟΛΩΝ των δυνάμεων του Ελληνισμού πριν είναι πολύ αργά. Οι ευθύνες είναι μεγάλες και πρέπει να αρθούμε στο ύψος των περιστάσεων.

Η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη από την ιστορία της να μην καταστεί ένα μη κανονικό κράτος και φιλανδοποιηθεί, αντιμετωπίζοντας την σοβαρότερη ελληνοτουρκική κρίση από το 1974, λίγες ημέρες πριν την θλιβερή επέτειο της δεύτερης εισβολής στην Κύπρο (14 Αυγούστου 1974), με την αξιόπιστη και αξιόμαχη αποτρεπτική δύναμη του ελληνικού στρατού και τον ελληνικό λαό αποφασισμένο. 

Διονύσης Παντής, Δικηγόρος στον Άρειο Πάγο


Το Αρθρο αυτό δημοσιεύτηκε στο militaire.gr στις 13.8.2020