Κοιτάξτε αυτό !

Αυτός ο έφηβος ο καθηγητής John J. Mearsheimer !

Ο νίκη του Ερντογάν στις εκλογές της 24ης Ιουνίου 2018 & το νέο «Ανατολικό Ζήτημα»:

Αρθρο μου δημοσιευμένο (2 Ιουλίου 2018) στην φιλόξενη ιστοσελίδα Tribune.gr με αφορμή τις Τουρκικές εκλογές της 24ης Ιουνίου 2018:  

Ο νίκη του Ερντογάν στις εκλογές της 24ης Ιουνίου 2018 και το νέο «Ανατολικό Ζήτημα»

 

24 Ιουνίου 2018 διεξήχθησαν οι πλέον κρίσιμες -από την ίδρυση της- εκλογές στην Τουρκία.

Ο Τουρκικός ισλαμισμός είχε ήδη, αναπόδραστα, μετασχηματίσει το πολιτικό σκηνικό και το πολιτικό σύστημα της γειτονικής χώρας.

Οι αναμετρήσεις του ΑΚΠ με το «παλαιό» του «φιλοδυτικού» κεμαλισμού ήταν συνεχόμενες από την άνοδο στην εξουσία με τις εκλογές της 3ης Νοεμβρίου 2002.

Η αποτυχία του πραξικοπήματος (απόπειρα) της 15ης-16ης Ιουλίου 2016 έδωσε την δυνατότητα στον πρόεδρο Ερντογάν και στο κυβερνών ισλαμικό ΕΚΠ για το «τελικό χτύπημα»: 1. στο παλαιό καθεστώς (κεμαλισμό) αλλά και 2. τους τελευταίους συμβιβασμούς που ήταν υποχρεωμένοι να κάνουν για να αποκτήσουν και διατηρήσουν την υποστήριξη ή ανοχή της Δύσης.

Η άνετη νίκη του Προέδρου Ερντογάν, με ποσοστά άνω του 50% και χωρίς να χρειαστεί δεύτερος γύρος, μαζί με την επίτευξη κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας ΑΚΠ – Εθνικιστών είναι το αποτέλεσμα του βαθιού αυτού μετασχηματισμού.

Οι απαρχές του ισλαμικού κινήματος (καταρχήν ως ρεύματος σκέψης) έχουν τις ρίζες τους στα τέλη του 19ου αιώνα και τις απαρχές του 20ού, εποχή της βαθιάς παρακμής που η Οθωμανική Αυτοκρατορία βιώνει τραυματικά.

Την περίοδο αυτή διαμορφώνονται, μέσα σε ένα περιβάλλον κρατικής και κοινωνικής παρακμής, εθνικής ταπείνωσης και εξευτελισμού από τις μεγάλες δυνάμεις της εποχής, τέσσερα ρεύματα ιδεολογικής ζύμωσης της κυρίαρχης οθωμανικής μουσουλμανικής τάξης, αλλά που απλώνονται και στους μορφωμένους και προνομιούχους ζιμήδες, δηλαδή χριστιανούς (ορθόδοξους, καθολικούς, Aρμένιους κ.ά.) και Εβραίους (οι λαοί της βίβλου, σύμφωνα με τον ιερό νόμο έχουν κάποιο βαθμό προστασίας προστασία που δεν χαίρουν οι … υπόλοιπες) που ζουν οργανωμένοι, κατά τους Οθωμανικούς θεσμούς, στις θρησκευτικές τους κοινότητες.

Τα ρεύματα σκέψης αυτά, επιχειρηματολογούν για την ιδανική απάντηση στην αποτυχία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίαςνα παρακολουθήσει την τεχνολογική και οικονομική πρόοδο της Δύσης, αποτυχία που την οδηγούσε καταφανώς στην αναπόδραστη διαιώνιση της εξάρτισης της και έθετε εμφανώς σε κίνδυνο την ίδια την ύπαρξη της (Ανατολικό Ζήτημα).

Το πρώτο ρεύμα –το οποίο ήταν και αυτονόητο– του Τανζιμάτ (αναδιοργάνωση – εκσυγχρονισμός) παρουσίαζε σαν ενδεδειγμένη λύση τον πλήρη εκδυτικισμό της κοινωνίας (άρα και των κρατικών δομών: στρατό, διοίκηση, δικαιοσύνη κλπ) ιδίως δε της οικονομίας.

Οι ουσιαστικά επιβεβλημένες από τις δυτικές δυνάμεις μεταρρυθμίσεις αρχίζουν το 1839 με το αυτοκρατορικό φιρμάνι Χάττ-ι Σερίφ , συμπληρώνονται δε μετέπειτα πχ το 1856 με το Χαττ-ι Χουμαγιούν μέχρι την ανακήρυξη του πρώτου Συντάγματος του 1876.

Η τάση αυτή που η εφαρμογή των αρχών της επιχειρήθηκε πρώτη, αποδέχεται την Δυτική ανωτερότητα και ηγεμονία, έτσι όμως παραγνώρισε την τουρκική και ισλαμική «ψυχή» που αντιδρούσε…

Ως απάντηση αυτής της «ψυχής» εμφανίζονται τα κινήματα του (Παν)Τουρκισμού, του Οθωμανισμού και του Ισλαμισμού, το κάθε ένα προτάσσοντας αντίστοιχα, την τουρκική εθνική/φυλετική καταγωγή (κοιτίδα), την οθωμανική παράδοση ή την ισλαμική θρησκεία, αντίστοιχα.

Ο Τουρκισμός, προσκρούει στο «πρόβλημα», ότι, οι υπήκοοι τουρκικής καταγωγής στην Αυτοκρατορία ήταν ..  μειοψηφία. Γιαυτό λαμβάνει άλλη διάσταση από την ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας.

Επίσης 1) εξακολουθούν να παραμένουν τα πολιτιστικά ελλείμματα που οδήγησαν στην παρακμή και 2ον) αδελφικά φύλλα μπορεί να βρεθούν μόνον στην Ασία ενώ το «ενδιαφέρον» στρέφονταν προς την ευημερούσα Ευρώπη.

Αλλά και ο Οθωμανισμός ήταν αλυσιτελής απάντηση στο πρόβλημα ταυτότητας, αφού το πρόβλημα (η Οθωμανική παρακμή), παρουσιάζονταν ως η λύση (προσφυγή στις «αγνές» ασιατικές οθωμανικές φυλετικές αξίες).

Ο Ισλαμισμός όμως, όχι μόνον αντέχει ως τις μέρες μας, αλλά και 100 χρόνια μετά την διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και την Ίδρυση του σύγχρονου Τουρκικού κράτους αποτελεί το κυρίαρχο πολιτικό ρεύμα σήμερα στην Τουρκία, έντονα πολιτικά επιθετικό στο εσωτερικό της χώρας και γεωπολιτικά αναθεωρητικό στο εξωτερικό, επαναφέροντας για την Δύση, με άλλους όρους αλλά την ίδια γεωπολιτική αναγκαιότητα, το «Νέο Ανατολικό Ζήτημα».

Τα ρεύματα αυτά δεν εμφανίζονται ποτέ αυτοτελώς, αλλά, εμπεριέχουν, σε διαφορετική δοσολογία, στοιχεία και των υπολοίπων τριών (πχ ο ισλαμισμός του AKP παρότι προτάσσει το ΙΣΛΑΜ ενέχει τον Οθωμανισμό και τον Τουρκισμό αλλά και τον εκδυτικισμό που φαίνεται να αντιστρατεύεται: έτσι μιλάμε για τουρκικό/οθωμανικό /«προτεσταντικό» ΙΣΛΑΜ, ένα Ισλάμ καταναλωτικό, παραδοσιακά επιθετικό στο εξωτερικό, με έμφαση στην εργασία και παραγωγή και στην τεχνολογία, που ζητά την πρωτοκαθεδρία στον Ισλαμικό κόσμο και διαφοροποιείται από το Αραβικό/ Σουνιτικό/ Σαουδαραβικό Ισλάμ όπως και το Ιρανικό/Σιιτικό αλλά και άλλες ισλαμικές παραδόσεις- τουρκισμός - εκσυγχρονισμός).

Από την περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αλλά και από τις παλαιότερες παραδόσεις που οι Τούρκοι έφεραν μαζί τους από την γη της ιστορικής τους αφετηρίας, ο ανατολίτικος κρατισμός (ανατολίτικη υποταγή στην φυλετική ομάδα), αποτελούσε βασικό ιδεολογικό συμπλήρωμα και σταθερά.

Ο ιδιότυπος αυτός κρατισμός, που συνδυάστηκε χωρίς δυσκολίεςν αρμονικάν με τα μουσουλμανικά ήθη και θρησκευτικούς κανόνες, διατρέχει και όλα τα παραπάνω πολιτικά κινήματα και ιδεολογικά ρεύματα, δημιουργώντας την αναγκαία «ανθεκτικότητα» της αναζήτησης και οριοθετεί μέχρι και σήμερα τουλάχιστον, στην ένταση της πολιτικής αντιπαράθεσης στην Τουρκία.

Κατά την περίοδο τόσο της ακμής της, όσο και λίγο πριν την κατάρρευση, τα πάντα αναμένονταν από το Οθωμανικό Κράτος: εξασφάλιζε τα πάντα, ακόμη και την διατροφή.

Η «δυνατότητα» βέβαια, να ανταποκρίνεται το Οθωμανικό Κράτος στις ανατολίτικες προσδοκίες των Τούρκων (με φυλετική τουρκική καταγωγή ή εξισλαμισμένων), οφείλονταν κύρια στην «υπεραξία» της «δουλειάς» των «ραγιάδων» (μη μουσουλμάνων).

Το κράτος λοιπόν είναι το απόλυτο φετίχ: Κράτος Πατέρας – Αφέντης, Κράτος – Τιμωρός και Ιερό Κράτος.

Ο Δυτικός εκσυγχρονισμός που επιχειρήθηκε στα ύστερα χρόνια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (με το Τανζιμάτ Φερμάνι – Tanzimat Fermani – του 1839 αλλά και άλλα αυτοκρατορικά φιρμάνια προγενέστερα ή μεταγενέστερα όπως είπαμε), ήταν ταυτόχρονα εξαναγκασμένος και άπελπις.

Η καθολική δυτική υπεροχή σε όλους τους τομείς (στην παραγωγή, τεχνολογία, οικονομία, ιδεολογία) και οι βαθιές κοινωνικές και πολιτισμικές αιτίες της Οθωμανικής «αδυναμίας» (ο «Μεγάλος Ασθενής»), σε μία κατεξοχήν συντηρητική κοινωνία ανατολικού τύπου και παρά το γεγονός ότι οι εξωτερικές πιέσεις για την υιοθέτηση των μεταρρυθμίσεων αυτών ήταν ασφυκτικές - προερχόμενες ιδίως από την Αγγλία ως του κύριου φορέα του οικονομικού φιλελευθερισμού της εποχής (ίσως και εξαιτίας και αυτών των πιέσεων) - δεν άφηναν περιθώρια στον βίαια επιχειρούμενο «εκσυγχρονισμό» (εκδυτικισμό εν προκειμένω) να επιτύχει και εξασφαλίσει την επιβίωση της άρρωστης Αυτοκρατορίας.

Αντίθετα, ο Ισλαμισμός, προτάσσει ως αιτία της μακροχρόνιας κρίσης, την απομάκρυνση από τους κανόνες του Ισλάμ και ως λύση το πολιτικό Ισλάμ, δηλαδή την κατάφαση ότι «μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τους διαρκώς ακόρεστους δυτικούς με το Ισλάμ».

Ο Ισλαμισμός στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, όπως αυτός διαμορφώνονταν ιδίως μέσα από τα ισλαμικά τάγματα, είχε ως βάση του, την πεποίθηση ότι οι έννοιες του Ισλάμ αφενός και της οικονομικής και τεχνολογικής προόδου αφετέρου, δεν είναι ασύμβατες.

Το αντίθετο μάλιστα: το Ισλάμ διαμορφώνει τις εσωτερικές αυτές προϋποθέσεις και πειθαρχία που είναι απολύτως απαραίτητες για την συγκροτημένη οικονομική πρόοδο, την καλλιέργεια της κουλτούρας της εργασίας και της επιχειρηματικότητας, την ισλαμική παραγωγή, την ισλαμική κατανάλωση και επιχειρηματικότητα εν προκειμένω, που προάγει ταυτόχρονα το Ισλάμ ή ακόμη με μια πιο προωθημένη σκέψη, που είναι ο μόνος τρόπος για την προαγωγή, διατήρηση και εν τέλει, κυριαρχία του Ισλάμ, στον σύγχρονο κόσμο.

Η έμμεση δυτική επιρροή είναι εμφανής. Πρόκειται πλέον για ένα «προτεσταντικό» (ηθική της εργασίας και επιχειρηματικότητας) και ταυτόχρονα οθωμανικό/τουρκικό Ισλάμ.

Το πολιτικό αυτό κίνημα (τουρκικός/οθωμανικός/προτεσταντικός ισλαμισμός), με τις «περίεργες» οικονομικές του απόψεις, εκφράστηκε στα πλαίσια του «σύγχρονου» Τουρκικού κράτους, ήδη από την Πρώτη Τουρκική Εθνοσυνέλευση της 23ης Απριλίου 1920, ως μία πρώτη μορφή «αντιπολίτευσης» στον Κεμάλ Μουσταφά (μετά Ατατούρκ).

Αυτός είναι και ο λόγος που καθιερώθηκε έκτοτε ως η «Δεύτερη Ομάδα» – με Πρώτη Ομάδα βέβαια αυτή του Κεμάλ και των υποστηρικτών του – παρότι τότε, δεν παρουσιάστηκε –τότε- ως μία οργανωμένη άποψη με την μορφή ενός πολιτικού μπλοκ.

Πράγματι, η Δεύτερη Ομάδα δεν παρουσίαζε ενιαία έκφραση, εντούτοις εξέφρασε ένα σύνολο θέσεων -συχνά και με ατομικούς χρωματισμούς-, όπως: κατάφαση στον οικονομικό φιλελευθερισμό, τα ανθρώπινα δικαιώματα (ιδίως αυτού της θρησκευτικής ελευθερίας και της ελευθερίας συνείδησης ίσως και εκ του λόγου ότι αισθάνονταν ότι η θρησκευτική έκφραση έμελλε να «περιοριστεί» στη νέα κεμαλική Τουρκία), της Δημοκρατίας (που εμπεριέχει στην σκέψη τους τις έννοιες της θρησκείας και της πίστης), της ανάγκης η Τουρκία να βρει την θέση που της «αξίζει» στην παγκόσμια οικονομία.

Ταυτόχρονα εναντιώθηκε στις Κεμαλικές ιδέες, μεταξύ άλλων, τασσόμενη υπέρ της διατήρησης του θεσμού του Χαλίφη !

Στα πλαίσια της αρχής της «κοσμικότητας» (βασικής αρχής ή … εκ των … βελών … του Κεμαλισμού), η θρησκεία περιθωριοποιήθηκε και αποκλείστηκε από τις βασικές κρατικές λειτουργίες πχ από την εκπαίδευση, την δικαιοσύνη κα.

Τα ισλαμικά τάγματα που λειτουργούσαν στα πλαίσια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, στο νέο τουρκικό κράτος δεν χωρούσαν: στην καλύτερη περίπτωση περιθωριοποιήθηκαν (αν δεν κυνηγήθηκαν), πολλά μέλη τους αναγκάστηκαν να μετακινηθούν προς τα Βαλκάνια. Το Λαϊκό κόμμα κατηγορήθηκε ως «άθεο» κόμμα.

Η Δεύτερη ομάδα δεν είχε την «τύχη» να βρει έκφραση στις επόμενες συνελεύσεις.

Η επικράτηση του κεμαλισμού ήταν εκεί απόλυτη και οι αμέσως επόμενες της πρώτης συνέλευσης ήταν μονοκομματικές.

Εντούτοις, η ισλαμιστική πολιτική άποψη έμεινε ζωντανή, για να επανέλθει με προσεκτικά βήματα την δεκαετία του 50 με την εισαγωγή του πολυκομματισμού (Μεντερές).

Και όχι μόνον διατηρήθηκε ζωντανή αλλά 90 χρόνια μετά την πρώτη συνέλευση, κατορθώνει να κυριαρχήσει, μέσω του ιδεολογικού της απογόνου: του ΑΚΡ (Adaletve Kalkinma Partisi – AKΠ Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης).

Η πρώτη «ανάσα» για το πολιτικό Ισλάμ δόθηκε με την υιοθέτηση του πολυκομματισμού και στην Τουρκία το 1946.

Αρχικά, δοκιμάσθηκε η πολιτική επιρροή των ισλαμικών ταγμάτων (που με πάρα πολλούς τρόπους πριν διώχθηκαν), να εκφραστεί, μέσα από το Δημοκρατικό Κόμμα του Μεντερές που αναζητούσε ψήφους (μεταξύ των οποίων και τις … ισλαμικές).

Η ανάγκη των –ισλαμικών- ψήφων, οδήγησε στο νέρωμα του «αθεϊκού κρασιού», προς χάριν των ισλαμικών ταγμάτων, κρυφών και φανερών.

Κατόπιν, με την ίδρυση αμιγώς ισλαμικών συντηρητικών κομμάτων, στα πλαίσια της ήδη διαμορφωμένης – εντός κάποιων εκ των ταγμάτων – «Θρησκευτικής Άποψης», παρουσιάζεται η πρώτη «δημοκρατική» ταυτότητα του τουρκικού ισλαμισμού, συμπληρωματικά του οικονομικού φιλελευθερισμού (στο μέλλον η ισλαμιστική ταυτότητα υπό την πίεση των συνεχών δικαστικών και άλλων διώξεων ή .. αυτοβούλως, θα συμπληρωθεί και από τον –«φιλο-ευρωπαϊσμό») .

Η ισλαμιστική πολιτική ταυτότητα (Ισλάμ – δημοκρατία – οικονομικός ισλαμικός φιλελευθερισμός – «ευρωπαϊσμός» – θρησκευτική ελευθερία) διαμορφώθηκε λοιπόν μέσω του κινήματος της Θρησκευτικής Άποψης (Milli Gorus).

Κύριος εκφραστής του κινήματος υπήρξε ο Ερμπακάν.

Σύμφωνα με το κίνημα της Θρησκευτικής Άποψης η μίμηση των ξένων –δυτικών αλλά όχι μόνο – προτύπων έχει ως φυσικό αποτέλεσμα την αναπόφευκτη κατάρρευση.

Η μόνη διέξοδος αποφαίνεται ότι είναι, η ίδρυση ενός «ευνομούμενου κράτους» - εννοείται ισλαμικού.

Αναφερόμενοι, οι υποστηρικτές της Θρησκευτικής Άποψης όμως, στην ίδρυση ενός νέου «ευνομούμενου κράτους», δεν στρέφονται ευθέως και μετωπικά εναντίον της Κεμαλικής Τουρκίας, του κεμαλικού κράτους, το οποίο, όπως είδαμε, θεωρούν ιερό τουρκικό κράτος- πατέρα, αλλά, εννοούν και ευνοούν την μεθοδική, υπομονετική (ισλαμική θρησκευτική υπομονή), πολιτική επικράτηση και δημιουργία του οριστικά νέου ισλαμικού κράτους, μέσω της «ειρηνικής» -αλλά αποφασιστικής- μετατροπής του κεμαλικού σε ισλαμικό κράτος.

Σημειωτέον είναι ότι, οι συνταγματικές μεταρρυθμίσεις που εισηγήθηκε και σε μεγάλο ποσοστό προχώρησε ο Ερντογάν και το ΑΚΡ, είχαν ήδη αποφασιστεί από την εποχή του Ερμπακάν και της Θρησκευτικής Άποψης (με κύρια την εισαγωγή του Προεδρικού Μοντέλου, η σημασία του οποίου για το ισλαμικό πολιτικό σχέδιο είναι μεγάλη …, έπεται δε η μετατροπή του τόσο χρήσιμου για την ανάπτυξη του ισλαμικού κινήματος πολυκομματικού συστήματος σε δικομματικό –κατά τα αμερικανικά επίσης πρότυπα).

Από το ισλαμικό αυτό κίνημα (ισλαμιστικό) και μέχρι την επικράτηση του Ερντογάν στην νέα αναθεωρημένη Προεδρία, προέκυψαν διάφορα ισλαμικά κόμματα: το ΜΝΡ (Milli Nizam Partisi) που ίδρυσε ο Ερμπακάν το 1970 στο …. Μαντζικέρτ (!) και είναι ένα από τα πολλά ισλαμικά κόμματα που έκλεισαν με απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου μόλις ένα έτος μετά την ίδρυση του.

To Milli Salamet Partisi (MSP) -Κόμμα Θρησκευτικής Σωτηρίας – που ιδρύθηκε το 1972 και το οποίο αποτέλεσε εταίρο του λεγόμενου Εθνικιστικού Μετώπου που ανέλαβε και την εξουσία έως ότου το … διαδέχθηκε η χούντα της 12ης Σεπτεμβρίου 1980 ….

Το Refah Partisi (Κόμμα της Ελευθερίας), την ηγεσία του οποίου ανέλαβε ο Ερμπακάν το 1987 και το οποίο αναρριχήθηκε στην κυβέρνηση το 1996 για να απαγορευτεί ξανά από το Συνταγματικό Δικαστήριο και να φτάσουμε στην  ίδρυση του ΑΚΠ (Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης δηλαδή … Ισλάμ και Ανάπτυξη) του Προέδρου Ερντογάν που επιφέρει εν τέλει την πολιτική μετατροπή.

Διονύσης Παντής, Δικηγόρος στον Άρειο Πάγο

Ο άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε σε πρώτη του μορφή στις 2 Ιουλίου 2018 στο Tribune . gr




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου